στατιστική

στατιστική
Επιστήμη, η οποία μελετά, χρησιμοποιώντας κατάλληλες μεθόδους έρευνας, τα ομαδικά, κοινωνικά ή φυσικά φαινόμενα, με σκοπό να συναγάγει νόμους που τα διέπουν. Χρησιμοποιώντας την επαγωγή και την απαγωγή, η σ. φροντίζει δηλαδή ν’ αναζητήσει και να διαπιστώσει αριθμητικά τις κανονικότητες που παρουσιάζονται στη φύση και ειδικότερα στην ανθρώπινη κοινωνία. Ο όρος σ. παρουσιάστηκε κατά τα τέλη του 16ου αι. για να δείξει τα διάφορα χαρακτηριστικά στοιχεία του κράτους (=status) από όπου προήλθε και το όνομα της επιστήμης· με την πρόοδο των επιστημών, η χρήση των στατιστικών μεθόδων επεκτάθηκε και στη μελέτη άλλων φαινόμενων, όχι ανθρώπινων, ιδιαίτερα στο χώρο της φυσικής. Τη συλλογή των στοιχείων με σκοπό την επαλήθευση υποθέσεων που διατυπώθηκαν για ορισμένα φαινόμενα ακολουθούν οι στατιστικές ενδείξεις- από τη διαλογή και την ταξινόμηση αυτών βγαίνουν τα δεδομένα με τα οποία συντάσσονται οι πίνακες και χαράσσονται τα διαγράμματα που αποκαλύπτουν τα φαινόμενα αυτά. Με τη λογικομαθηματική επεξεργασία, που αποτελεί το μεθοδολογικό μέρος της σ., υπολογίζονται οι διάφοροι τύποι των μέσων όρων, εκλέγονται οι μέθοδοι της προβολής, εκτιμάται η μεταβλητότητα και οι συσχετισμοί με σκοπό να βρεθεί ένας νόμος που να περιγράφει και να εξηγεί το φαινόμενο που ενδιαφέρει. Από το σημείο αυτό φτάνουμε σε άλλες επιστήμες, που αναπτύχθηκαν κυρίως από το β’ μισό του περασμένου αιώνα κι έπειτα, που χρησιμοποιούν ευρύτατα τη σ. ως μέσο έρευνας. Η δημογραφία μελετά τον πληθυσμό σχετικά με τη σύσταση του και την κατανομή του κατά περιοχές, τις μεταναστεύσεις του, τα συστατικά χαρακτηριστικά του (φύλο, ηλικία, αστική κατάσταση, επάγγελμα) και συντάσσει σ. σχετικά με τις γεννήσεις και τους γάμους, τη γονιμότητα, τη θνησιμότητα κλπ. Η βιομετρία εξετάζει από ποσοτική άποψη την εξέλιξη των ζώντων οργανισμών, ιδιαίτερα του ανθρώπου, και συντάσσει στατιστικούς πίνακες για την κληρονομικότητα και την ανάπτυξη. Η ανθρωπομετρία ασχολείται με τη στατιστική μελέτη των ανθρώπινων χαρακτηριστικών, τόσο των μορφολογικών όσο και των φυσιολογικών. Η κοινωνιολογία, που από τότε που δημιουργήθηκε συνέβαλε πολύ στην ανάπτυξη της σ., κάνα έρευνες για τη δομή, τις οργανωτικές μορφές, τα κίνητρα και τις τάσεις της κοινωνίας. Η οικονομική σ. είναι η ποσοτική ανάλυση των φαινόμενων της πολιτικής οικονομίας: αυτή περιλαμβάνει κυρίως τη μελέτη των δεικτών των τιμών και των σχέσεων μεταξύ των εισοδημάτων, των δαπανών κατανάλωσης και των επενδύσεων, μεταξύ χρήματος και πίστης. Η επιχειρηματική σ. και οι έρευνες της αγοράς εφαρμόζουν στατιστικές μεθόδους για τη μελέτη των φαινόμενων των επιχειρήσεων (παραγωγή, κόστος) και για τη διατύπωση προγραμμάτων για τις πωλήσεις και τις επενδύσεις. Ο υπολογισμός των πιθανοτήτων ήταν ένα από τα συστατικά στοιχεία της σ., τόσο που από τις αρχές του 20ού αι. οι δυο επιστήμες θεωρούνταν μία· κατόπιν, εξαιτίας κυρίως του διαφορετικού είδους των προβλημάτων που αντιμετώπιζαν, οι δυο επιστήμες χωρίστηκαν βαθμιαία, αν και διατηρούν μερικά μέρη κοινά, όπως η μελέτη της μεταβλητότητας και των σχέσεων μεταξύ των μεταβλητών. Από τις μελέτες των πιθανοτήτων προήλθε η θεωρία των πρότυπων (ή μοντέλων) ή θεωρία των μερικών διαπιστώσεων, που χρησιμοποιείται σήμερα πολύ, επειδή απαιτεί λιγότερο χρόνο και μικρότερα έξοδα από τις ολικές διαπιστώσεις. Τελευταία, οι σχέσεις μεταξύ σ. και υπολογισμού των πιθανοτήτων έγιναν στενότερες με την εμφάνιση νέας επιστήμης, της ενεργής έρευνας· αυτή έχει σκοπό να εξετάζει γεγονότα που, εξελισσόμενα σύμφωνα με τους νόμους των πιθανοτήτων, απαιτούν αποφάσεις μεταξύ πολλών δυνατοτήτων με βιομηχανικό οικονομικό, εμπορικό κλπ. χαρακτήρα. Στο είδος αυτό των ερευνών η σ. προσφέρει την πείρα της και τις μεθόδους της για την εκτίμηση των φαινόμενων από ποσοτική άποψη, ενώ ο υπολογισμός των πιθανοτήτων συμβάλλει με τα ειδικά μέσα των μαθηματικών.
* * *
η, Ν
βλ. στατιστικός.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Поможем решить контрольную работу

Look at other dictionaries:

  • στατιστική — η κλάδος των Μαθηματικών που ασχολείται με τη συγκέντρωση και κατάταξη διάφορων στοιχείων και τη συναγωγή συμπερασμάτων από αυτά …   Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)

  • απογραφή — Στατιστική εργασία με τη βοήθεια της οποίας υπολογίζεται περιοδικά και ταυτόχρονα ο αριθμός των κατοίκων μιας περιοχής και η βιολογική (ηλικία, φύλο) και κοινωνική (ιθαγένεια, γλώσσα, εκπαίδευση, θρησκεία, οικονομική και επαγγελματική κατηγορία)… …   Dictionary of Greek

  • οικονομική πρόβλεψη — Στατιστική έρευνα που επιτρέπει να καθορίσουμε με μια κάποια προσέγγιση τη μελλοντική πορεία μερικών οικονομικών μεταβλητών, ξεκινώντας από τη γνώση ορισμένων σχετικών δεδομένων του παρόντος και του παρελθόντος. Από τους πιο κοινούς τρόπους… …   Dictionary of Greek

  • στατιστικός — ή, ό, Ν 1. ο σχετικός με την μεθοδική συλλογή, κατάταξη και ερμηνεία τών φαινομένων τού φυσικού κόσμου ή διαφόρων εκδηλώσεων τού κοινωνικού βίου («στατιστική μελέτη») 2. το αρσ. ως ουσ. ο στατιστικός επιστήμονας ειδικευμένος στη στατιστική 3. το… …   Dictionary of Greek

  • αριθμοδείκτες — Στη στατιστική είναι δοσμένοι οι λόγοι που προκύπτουν από τη διαίρεση του κάθε όρου μιας ακολουθίας με έναν ορισμένο από αυτούς και τον πολλαπλασιασμό έπειτα του κάθε πηλίκου με μια δύναμη του 10, συνήθως με το 100. Με τον τρόπο αυτό η στατιστική …   Dictionary of Greek

  • μεταβλητή — Όρος που χρησιμοποιείται για να υποδηλωθεί η ποσότητα, η οποία μπορεί να λαμβάνει διάφορες τιμές μέσα από ένα σύνολο τιμών. Για παράδειγμα, στην έκφραση f(x) = y, με x συμβολίζεται η μ. που παίρνει οποιαδήποτε τιμή από το πεδίο ορισμού της f και… …   Dictionary of Greek

  • Μπόζε, Ζαγκαντίς Σάντρα — (Καλκούτα 1858 – Γκιριντίχ, Βεγγάλη 1937). Ινδός φυσικός και φυσιολόγος. Σπούδασε στο Σεντ Ξαβιέ Κόλετζ της Καλκούτας και στο Πανεπιστήμιο του Κέιμπριτζ, όπου ανακηρύχτηκε υφηγητής το 1896. Ανέπτυξε την ερευνητική δραστηριότητά του ως καθηγητής… …   Dictionary of Greek

  • National agencies responsible for GDP measurement — Within each country GDP is normally measured by a national government statistical agency, as private sector organizations normally do not have access to the information required (especially information on expenditure and production by… …   Wikipedia

  • Statistikamt — Statistisches Amt ist eine Behörde oder behördenähnliche Institution, die die amtliche Statistik eines Staates oder Landes erstellt. Inhaltsverzeichnis 1 Deutschsprachiger Raum 2 Europa 3 Nationale statistische Institutionen in Europa 4 Andere… …   Deutsch Wikipedia

  • Statistisches Amt — ist die Behörde oder behördenähnliche Institution, welche die amtliche Statistik eines Staates, eines Landes oder einer Kommune erstellt. Inhaltsverzeichnis 1 Deutschsprachiger Raum 2 Europa 3 Nationale statistische Institutionen in Europa …   Deutsch Wikipedia

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”